Αναβλητικότητα, Υπερανάλυση και η Σιωπηλή Αυτοαμφισβήτηση: Όταν ο Εαυτός Μας Μπαίνει Εμπόδιο

εικόνα ενός ρολογιού για να δείξει αναβλητικότητα

Οι σύγχρονες θεραπευτικές ανάγκες φέρνουν στο προσκήνιο όχι μόνο το άγχος και την κατάθλιψη, αλλά και τις πιο “σιωπηλές” μορφές ψυχικής επιβάρυνσης, όπως η αναβλητικότητα, η υπερανάλυση και η αυτοαμφισβήτηση.

Αναβλητικότητα: Η τέχνη της αναβολής ή μηχανισμός επιβίωσης;

Η αναβλητικότητα είναι ίσως μία από τις πιο παρεξηγημένες συμπεριφορές της καθημερινότητας. Συχνά θεωρείται τεμπελιά ή αδιαφορία. Στην πραγματικότητα, αποτελεί ένα σύνθετο φαινόμενο που εντάσσεται στο πεδίο των εκτελεστικών λειτουργιών, δηλαδή των γνωστικών δεξιοτήτων που μας βοηθούν να σχεδιάζουμε, να οργανώνουμε και να δρούμε.

Ο Piers Steel (2007), καθηγητής οργανωσιακής ψυχολογίας, υποστηρίζει ότι η αναβλητικότητα είναι συχνά αποτέλεσμα συναισθηματικής απορρύθμισης: ένα άτομο αποφεύγει μια εργασία γιατί η συναισθηματική φόρτιση που του προκαλεί (π.χ. άγχος, φόβος αποτυχίας) υπερβαίνει τη δυνατότητα διαχείρισής της εκείνη τη στιγμή.

 

Υπερανάλυση: Όταν η σκέψη γίνεται φυλακή

Η υπερανάλυση (overthinking) είναι ο συνεχής και επίμονος διανοητικός επαναπροσδιορισμός καταστάσεων. Πώς φάνηκα; Τι εννοούσε όταν το είπε; Τι θα μπορούσα να κάνω διαφορετικά;

Αν και δίνει την ψευδαίσθηση ελέγχου και προετοιμασίας, στην πράξη μπλοκάρει τη δράση. Η υπερανάλυση σχετίζεται με ανάγκη για τελειότητα και φόβο απόρριψης. Συνδέεται συχνά με αυξημένα επίπεδα άγχους και εσωτερικευμένων προσδοκιών.

Η υπερανάλυση είναι συγγενής της αναβλητικότητας: η πρώτη παράγει σκέψεις χωρίς πράξη, η δεύτερη ακυρώνει τη δράση με καθυστέρηση. Συνδυαστικά, παγιδεύουν το άτομο σε φαύλο κύκλο στασιμότητας.

Η σιωπηλή αυτοαμφισβήτηση: Όταν η φωνή μέσα μας ψιθυρίζει "Δεν είσαι αρκετός"

Δεν χρειάζεται να φωνάζει κανείς “δεν αξίζω” για να ζει με αυτοαμφισβήτηση. Πολύ συχνά, αυτή εκφράζεται σιωπηλά: με αναστολή αποφάσεων, με αποφυγή διεκδίκησης, με μόνιμο αίσθημα ανεπάρκειας.

Πρόκειται για μια εσωτερική στάση που τροφοδοτεί την αναβλητικότητα και την υπερανάλυση. Συχνά έχει τις ρίζες της σε πρώιμα βιώματα απορριπτικής ή υπερ-κριτικής ανατροφής, όπου το άτομο μαθαίνει ότι η αυθόρμητη έκφραση ή η αποτυχία τιμωρούνται.

 

 

Η αναβλητικότητα στην πράξη: καθημερινά παραδείγματα

  • Μια φοιτήτρια καθυστερεί να ξεκινήσει τη διπλωματική της επειδή φοβάται μήπως δεν είναι αρκετά “έξυπνη” για να τα καταφέρει.

  • Ένας επαγγελματίας αδυνατεί να απαντήσει σε emails γιατί νιώθει ότι πρέπει πρώτα να γράψει την τέλεια απάντηση.

  • Κάποιος δεν τηλεφωνεί ποτέ σε εκείνον τον φίλο που του λείπει, γιατί σκέφτεται πως ίσως δεν του λείπει κι εκείνος το ίδιο.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η αναβλητικότητα δεν είναι επιλογή αλλά σύμπτωμα. Και τα συμπτώματα, στον χώρο της ψυχοθεραπείας, είναι φωνές που ζητούν να ακουστούν.

 

 

Δεν υπάρχει θεραπεία χωρίς αξιολόγηση

Η αντιμετώπιση αυτών των μοτίβων δεν είναι ίδια για όλους. Για να υπάρξει ουσιαστική αλλαγή, χρειάζεται πρώτα να αναγνωριστεί το προσωπικό ψυχολογικό προφίλ του κάθε ανθρώπου. Η ψυχολογική αξιολόγησηβοηθά να εντοπιστούν τα κίνητρα, οι άμυνες και οι μηχανισμοί πίσω από τη συμπεριφορά. Δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία χωρίς αρχική αξιολόγηση: χωρίς να ξέρουμε πού βρισκόμαστε, δεν μπορούμε να χαράξουμε διαδρομή.

Τι μπορεί να βοηθήσει;

  • Ατομική ψυχοθεραπεία: Για επεξεργασία των εσωτερικών φωνών, της αυτοεικόνας και των γνωστικών παγιδών.

  • Ψυχοεκπαίδευση: Κατανόηση των εννοιών και των μηχανισμών πίσω από τη συμπεριφορά μας. Η γνώση φέρνει επίγνωση.

  • Καθοδήγηση με στόχους: Μικρά, ρεαλιστικά βήματα με ενίσχυση σε κάθε επιτυχία. Οι μεγάλες αλλαγές έρχονται από μικρές νίκες.

  • Στρατηγικές διαχείρισης χρόνου και άγχους: Όπως η μέθοδος Pomodoro ή το cognitive defusion στην ACT.

Κλείνοντας: Μιλώντας τη σιωπή

Η αναβλητικότητα, η υπερανάλυση και η αυτοαμφισβήτηση δεν είναι ελαττώματα χαρακτήρα. Είναι μορφές εσωτερικού λόγου που χρειάζονται προσοχή, φροντίδα και επίγνωση. Κάτω από την επιφάνεια του “δεν κάνω αρκετά”, συχνά κρύβεται το “δεν νιώθω αρκετός”. Και σε αυτή την αλήθεια, η θεραπεία έχει χώρο να ξεκινήσει.

Αν αυτά τα λόγια σου φαίνονται γνώριμα, ίσως είναι ώρα να πάψεις να τιμωρείς τον εαυτό σου με καθυστερήσεις. Η δράση δεν έρχεται μόνο από πειθαρχία. Έρχεται όταν νιώθεις πως αξίζεις τον κόπο να ξεκινήσεις.